- σιλέντιον
- και σελέντιον, τὸ, ΜΑ(μσν)1. το μυστικό συμβούλιο τών Βυζαντινών αυτοκρατόρων2. αυτοκρατορική ακρόαση, ακρόαση από τον αυτοκράτορα(αρχ.-μτφ.) η μεταμόρφωση τού Χριστού.[ΕΤΥΜΟΛ. < λατ. silentium «σιωπή, ησυχία»].
Dictionary of Greek. 2013.